Εάν θα διαλέγαμε ένα τραγούδι για soundtrack της ομάδας αυτό θα ήταν το I Still Haven’t Found What I’m Looking For, των U2. Εάν παρομοιάζαμε την διαδρομή των Browns με κάποια διάσημη ιστορία ίσως αυτή του Χάτσικο, θα ταίριαζε απόλυτα. Βοηθά και το γεγονός ότι η μασκότ της ομάδας είναι ένα σκυλί ράτσας μπουλντόγκ, ο Dawg Pound.
Οι Cleveland Browns γνωρίζουν πλέον μία περίοδο αισιοδοξίας κι ανανέωσης, αλλά η κατάσταση δεν ήταν πάντα έτσι. Ή μάλλον, ήταν, πριν το 1995, όταν πήρε μέρος η αρπαγή του έμψυχου υλικού της ομάδας, μια στυγνή μετακόμιση που σήμανε την απαρχή των απαιτήσεων από ομάδες για αναπαλαίωση των σταδίων και μία ζοφερή τετραετία για την πόλη του Κλίβελαντ όπου δεν ήξεραν αν θα ξαναέβλεπαν το ιστορικό franchise να παίζει ξανά.
Εδώ είναι που ξεκινάει η κάθοδος ενός ιστορικού συλλόγου σε περίγελο του NFL.
Οι Browns κι ο Art Modell
Παρόλο που ίσως οι νεότεροι οπαδοί του αθλήματος να μην το γνωρίζουν, οι Browns υπήρξαν μία από τις κορωνίδες του NFL, του παλιού (πριν το 1966) και του σύγχρονου. Από το έτος της ίδρυσης του συλλόγου το 1946, από τους Arthur B. McBride και του ιστορικού προπονητή Paul Brown (από όπου η ομάδα πήρε το όνομά της), έως και το 1989, ο σύλλογος είχε στα κατάστιχα του 8 NFL πρωταθλήματα, συμμετοχή σε δεκατρείς τελικούς, 7 playoff προκρίσεις μόνο τη δεκαετία του 1980 (που συμπεριλάμβανε 3 conference αγώνες που χάθηκαν με σπαρακτικό τρόπο), αλλά και τις υπηρεσίες πολυάριθμων αστέρων της εποχής. Από τον quarterback Otto Graham στον linebacker Clay Matthews, κι από τον tackle Lou Groza στον running back Jim Brown, οι Browns ήταν το κέντρο της προσοχής της λίγκας για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες.
Στα μέσα αυτής της παντοδυναμίας, τον Οκτώβρη του 1960, η ιδιοκτησία άλλαξε και η ομάδα πέρασε στα χέρια του Art Modell, επιχειρηματία και πρώην μέλος διαφημιστικής εταιρείας, όταν αγόρασε τις μετοχές έναντι τεσσάρων εκατομμυρίων δολαρίων, εκ των οποίων τα $250.000 προήλθαν από προσωπικά του έξοδα. Η δράση του ως κάτοχο των Browns δεν άργησε να έρθει· το 1963 απέλυσε τον Brown, ο οποίος είχε κερδίσει 7 πρωταθλήματα στη θητεία του στο Κλίβελαντ. Το 1964 κατέκτησε το πρώτο του πρωτάθλημα ενάντια στους ξακουστούς Baltimore Colts του Johnny Unitas, και μαζί με την εμπειρία που είχε αποκτήσει στην καριέρα του στη διαφήμιση, ο Modell θα εξασφάλιζε και το αγοραστικό δέλεαρ της ομάδας.
Το 1973, ο Modell πήρε τον έλεγχο του δημοτικού σταδίου της πόλης, γνωρίζοντας ότι το Κλίβελαντ αδυνατούσε να εξασφαλίσει τα λειτουργικά του έξοδα, που ανέρχονταν σε $300.000 ετησίως. Εν τέλει, συμφωνήθηκε να περάσει ο έλεγχος του γηπέδου στον Modell, σύμφωνα με το οποίο ο ίδιος θα κατείχε το ¼ της ιδιοκτησίας μαζί με 25 χρόνια μισθωτηρίου του οικοπέδου. Επιπρόσθετα, θα πλήρωνε στο Δήμο μερικά από τα έσοδα, κι όταν το γήπεδο ανακαινίστηκε κάτω από την επωνυμία Stadium Corporation, ο Modell ήταν υπεύθυνος όχι μόνο για τα οποιαδήποτε ανακαινιστικά πλάνα του σταδίου, αλλά στέγαζε δύο, πλέον, ομάδες: τους Cleveland Browns και τους Cleveland Indians, την ομάδα μπέιζμπολ. Τις δύο δεκαετίες του ’70 και του ’80, η ομάδα των Indians ήταν κάτι σαν τους πρόσφατους Browns, μέτριας αποδοτικότητας και χαμηλής προσέλευσης, οπότε αυτό συνέφερε αρκετά τον επιχειρηματία Modell.
Αποσκοπώντας μεγαλύτερα κέρδη, αποφασίστηκε η κατασκευή μερικών luxury boxes όχι ψηλά, αλλά μέσα στο γήπεδο – διαμάντι των Indians, που έφερε εξαιρετικά ποσά στην μπάνκα του σταδίου, έχοντας μεγάλη απήχηση. Το θέμα, ωστόσο, είναι ότι ο Modell αρνούνταν να μοιραστεί τα χρήματα με τους Indians, παρόλο που έρχονταν από δικούς τους αγώνες, που άρχισαν να φέρουν όλο και περισσότερο κοινό, ισοδυναμώντας αυτού των Browns όσο περνούσαν τα χρόνια.
Κι εκεί είναι που ξεκίνησε η ρήξη.
Νέα δεκαετία, νέα εποχή, νέος προπονητής
Το 1990, υπό τις οδηγίες του Bud Carson, οι Browns ολοκλήρωσαν την χρονιά με ρεκόρ 3–13, έπειτα από πέντε συναπτά έτη όπου είχαν εμφανιστεί στα playoffs. Έτσι, η θητεία του έφτασε στο τέλος μετά από μόλις ένα χρόνο στη θέση, και το Φεβρουάριο του 1991, ο Modell προσέλαβε έναν αρκετά νέο προπονητή, που δεν είχε εμπειρία από θέση head coach, αλλά είχε υπηρετήσει ως defensive coordinator στους New York Giants του Bill Parcells, που είχαν κατακτήσει το Super Bowl την περασμένη σεζόν.
Το όνομά του ήταν Bill Belichick. Ίσως να τον γνωρίζετε.
Αν κι οι Browns είχαν πρωταγωνιστήσει σε πολλούς playoffs αγώνες τη δεκαετία του ’80, εν τέλει δεν είχαν καταφέρει ποτέ να φτάσουν στο Super Bowl, κι αυτό το σερί αποτυχιών ήθελε να αλλάξει ο Belichick με την άφιξή του. Η προσέγγισή του ήταν βασισμένη στην ανάγκη και τη θέληση για έργο, όσο και στην διεξοδική αναγνώριση ταλέντου. Προσέλαβε νεαρούς συναδέλφους, με διαφορά δεκαετίας και πάνω στην ηλικία, κι απαιτούσε εκτενές βιογραφικό όλων των παικτών που είχαν στο ρόστερ. Από την αρχή εξήγησε στους νεαρούς coordinators ότι τα λεφτά δεν θα ήταν πολλά, αλλά θα αυξάνονταν με τον καιρό, κι απαιτούσε τον ίδιο φόρτο εργασίας που προσέφερε κι ο ίδιος. Οι αϋπνίες κι οι περικοπές σε φαγητό ήταν συχνές, αλλά η εμπειρία που απέκτησαν θα ωφελούσε πολύ τους ίδιους στο μέλλον, όταν οι Jim Schwartz, Ozzie Newsome, Thomas Dimitroff και Nick Saban, για να ονομάσουμε λίγους, θα έβρισκαν θέσεις σε ομάδες για πολλά χρόνια αργότερα.
Όπως προέβλεψε ο Belichick, η αρχή πράγματι δεν ήταν εύκολη για τους Cleveland Browns. Από το 1991 έως το 1993, η ομάδα μετρούσε 19 νίκες κι 28 ήττες, χωρίς φυσικά να υπάρχει συμμετοχή στα playoffs, με την ομάδα να υποφέρει από τραυματισμούς κι επιθετικές δυσκολίες. Ο Belichick έφτασε σε σημείο το 1993 να διώξει τον quarterback Bernie Kosar, βασικό της ομάδας από το 1985, κίνηση που γνώρισε τη γενική κατακραυγή από οπαδούς κι αναλυτές, καθώς ο Kosar ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στην πόλη. Ο ίδιος ο Belichick μάλιστα είχε δηλώσει πως αυτός ο καιρός ήταν τεράστιο σχολείο για εκείνον όσον αφορούσε τις δημόσιες σχέσεις, καθώς είχε υποτιμήσει το αρνητικό αντίκτυπο που θα είχαν οι διαμαρτυρίες εντός του αγωνιστικού χώρου. Τη θέση του Kosar πήρε ο βετεράνος Vinny Testaverde, ερχόμενος από έξι μέτρια χρόνια στους Tampa Bay Buccaneers.
Miami Herald, 12/11/1993
Οι φίλαθλοι των Browns
είναι εξαγριωμένοι. Μία ψηφοφορία μέσω ραδιοφωνικής εκπομπής έδειξε ότι το κοινό συναίσθημα είναι ενάντια στον Belichick σε αναλογία 9 – προς – 1. Κάποιοι κάτοχοι εισιτηρίων διαρκείας ζητάνε τα λεφτά τους πίσω. Κι οι ίδιοι οι παίκτες δεν είναι ευχαριστημένοι. Τάδε έφη ο running back Leroy Hoard: “Νόμιζα ότι πρόκειται για φάρσα. Πώς μπορείς να εκλάβεις οτιδήποτε θετικό από την όλη κατάσταση;“
Με την άφιξη του 1994, οι Browns έδειχναν να είναι μία διαφορετική ομάδα. Τα τρία χρόνια που ξοδεύτηκαν στην ανασυγκρότηση απέδιδαν επιτέλους καρπούς, κι η ομάδα είχε βρει μία ταυτότητα από την οποία μπορούσε να αγωνιστεί για το καλύτερο. Ο Testaverde δεν έδειχνε την ικανότητα που είχε επιδείξει ο Kosar όλα αυτά τα χρόνια, αλλά η υγιέστατη άμυνα κατέληξε στην κορυφή της λίστας με τους λιγότερους παθητικούς πόντους, κι η ομάδα σκαρφάλωσε στο αξιοπρεπέστατο ρεκόρ του 11 – 5. Στο πρώτο τους playoff αγώνα μετά από πέντε χρόνια, σε μία ειρωνική στροφή της μοίρας, οι Browns θα συναντούσαν τους New England Patriots· των οποίων προπονητής ήταν ο Bill Parcells. Ενάντια στον μέντορά του, ο Belichick πήρε μία σπουδαία νίκη, σκορπώντας τη χαρά στους φιλάθλους αλλά και στην ομάδα, νικώντας με 20 – 13. Την επόμενη εβδομάδα έχασαν στα χέρια των χρόνιων αντιπάλων Pittsburgh Steelers, αλλά η απογοήτευση ήταν ανάμικτη με χαρά κι αισιοδοξία για την επόμενη χρονιά. Οι οπαδοί της ομάδας έδιναν βροντερό παρόν στο γήπεδο, και ο μέσος όρος εισιτηρίων ανερχόταν στους 70.000 θεατές. Η ομάδα έδειχνε ότι έχτισε τις βάσεις και απέκτησε την τεχνογνωσία ώστε να ανέβει επίπεδο, καθώς ο Belichick είχε αποκτήσει αρκετά μελλοντικά draft picks, και με το δυνατό ρόστερ που είχε ήδη η ομάδα, το μέλλον έμοιαζε λαμπρό. Το Sports Illustrated, μάλιστα, είχε επιλέξει τους Browns ως τον εκπρόσωπο της AFC στο Super Bowl του 1995.
Οι Browns φαίνονταν ότι πλησίαζαν, επιτέλους, ένα κατώφλι που τους είχε ξεφύγει σχεδόν μισό αιώνα. Το πρόβλημα ήταν πως δεν ήταν η μόνη ομάδα που είχε παρόμοια επιτυχία.
Η προδοσία του Modell
Η επιτυχία που υπήρχε στους Browns είχε επεκταθεί σε όλα τα μεγάλα σπορ του Κλίβελαντ εκείνη την περίοδο· οι Cavaliers εμφανίστηκαν σε συνεχόμενα playoffs, ενώ οι Indians γνώριζαν κι οι ίδιοι τους καρπούς των κόπων τους, μετά από 40 χρόνια σχετικής ανωνυμίας. Οι σχέσεις της ομάδας, ωστόσο, με τον «νοικάρη» Modell ήταν σε άσχημο σημείο. Μην έχοντας ξεχάσει την κατάχρηση των εσόδων από τα loges, η ομάδα κατέφυγε στην πολιτεία το 1990, ζητώντας νέες υποδομές, εκ των οποίων θα είχαν τον πλήρη έλεγχο των πόρων και των εξόδων. Το Κλίβελαντ συμφώνησε, και μάλιστα έθεσε ολόκληρο πρότζεκτ, γνωστό ως Gateway, στο οποίο υπήρχαν πλάνα για την αναδόμηση των γηπέδων των τριών ομάδων της πόλης. Οι Indians κι οι Cavaliers δέχτηκαν, και μετακόμισαν στα Jacobs Field και Gund Arena, αντίστοιχα. Πιστεύοντας αλαζονικά ότι τα έσοδά του δε θα άλλαζαν από τη φυγή των Indians, ο Modell αρνήθηκε να συμμετέχει, κι έμεινε στο παλιό Stadium Corp.
Η υπόθεσή του, ωστόσο, έπεσε στο κενό. Όταν οι Indians μεταφέρθηκαν στο Jacobs Field, τα έσοδα του Modell έπεσαν ραγδαία, και σε συνδυασμό με τις ολοένα αυξανόμενες ρήτρες των παικτών, τις επαναλαμβανόμενες μηνύσεις από δυσαρεστημένους μετόχους, και το πλέον δυσβάσταχτο ενοίκιο που πλήρωνε στην πολιτεία, φημολογείται ότι είχε χάσει $21 εκατομμύρια μόλις σε δύο χρόνια. Για να επιβιώσει από τη ζημία, ο Modell ζήτησε από το Κλίβελαντ νέα συμφωνία ύψους $175 εκατομμυρίων για να ανακαινιστεί το δικό του γήπεδο, η οποία θα περνούσε από ψήφο. Οι σχέσεις, όμως, του Modell με το Κλίβελαντ είχαν φτάσει σε ένα δυσάρεστο επίπεδο, του οποίου κανείς δε γνώριζε πόσο θα κόστιζε στην πόλη.
Στο γήπεδο, οι Browns αρχικά δεν είχαν λόγο ανησυχίας. Ξεκίνησαν τη σεζόν του 1995 με θετικά φόντα, φτάνοντας στο 3 – 1 με το τέλος του Σεπτέμβρη. Οι φήμες εντός των πυλών για συμφωνίες «κάτω από το τραπέζι» όμως είχαν αρχίσει να δυναμώνουν, που ολοένα και έμοιαζαν αληθινές, και το άγχος μεταφράστηκε και στο γήπεδο. Έχασαν τέσσερις σερί αγώνες, πέφτοντας στο 4 – 5, πολύ μακριά από τους στόχους των playoffs που είχαν θέσει στις αρχές της σεζόν. Στις 6 Νοεμβρίου του 1995, έπειτα από την τελευταία ήττα με το πέρας της ένατης αγωνιστικής, o Art Modell επιβεβαίωσε τους χειρότερους φόβους όλων.
Θα μετακόμιζε την ομάδα στη Βαλτιμόρη.
O ίδιος είχε φροντίσει να γνωστοποιήσει την οικονομική του κατάσταση, δηλώνοντας πώς οι σχέσεις του με την πόλη είχαν φθαρεί σε ανεπανόρθωτο σημείο. Προηγήθηκαν συζητήσεις με την πολιτεία της Μέριλαντ, η οποία είχε μείνει χωρίς ομάδα από το 1984, όταν οι Baltimore Colts έφυγαν μέσους της νύχτας για την Ινδιανάπολη. Η ειρωνεία της όλης υπόθεσης ήταν διπλή. Ο Modell είχε υπάρξει κεντρικός ανταγωνιστής στις αποφάσεις των Al Davis και Jim Irsay να μετακινήσουν τις ομάδες τους στο Λος Άντζελες και στην Ινδιανάπολη, αντίστοιχα, και μάλιστα είχε δηλώσει από την πρώτη μέρα πως «μία ακρογωνιαία ομάδα όπως οι Browns δε θα μπορούσε να μετακινηθεί ποτέ». Και το χειρότερο; Η ψήφος για την ανακαίνιση του γηπέδου πέρασε υπό σχεδόν καθολική υποστήριξη μόλις την επομένη από την ανακοίνωση. Αλλά ο Modell είχε ήδη πάρει την απόφασή του. Το παλιό γήπεδο των Colts ήταν στην διάθεσή της ομάδας από την πρώτη μέρα (Memorial Stadium) και συμφωνήθηκε χρηματοδότηση διακοσίων εκατομμυρίων δολαρίων για ένα νέο στάδιο 70.000 θέσεων, χωρίς καμία υποχρέωση στην πόλη υπό τη μορφή ενοικίου.
Η αντίδραση ήταν ακαριαία κι ανεξέλεγκτη. Η πολιτεία μήνυσε τον Modell, επικαλούμενη τη συμφωνία του που δήλωνε ότι η ομάδα ήταν δεσμευμένη να παίζει εκεί έως και το 1998, κι οι μηνύσεις δεν σταμάτησαν εκεί. Επεκτάθηκαν στους μετόχους του γηπέδου, την ίδια την ομάδα, και τους υπεύθυνους των Σταδίων της Μέριλαντ. Οι φίλαθλοι πήγαν το θέμα ακόμα πιο μακριά. Μηνύσεις για τα εισιτήρια και τα πακέτα διαρκείας έδιναν κι έπαιρναν. Τα τηλέφωνα στους τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς δεν σταματούσαν να χτυπάνε, ενώ στάλθηκαν αμέτρητα γράμματα στην ίδια τη λίγκα. Τα διαδικτυακά forums έθρυβαν από εξαγριωμένες δηλώσεις από κάθε fan club ανά τον κόσμο, πορείες έπαιρναν μέρος εντός κι εκτός του γηπέδου, κι οι δικηγορικοί σύλλογοι της πόλης συμμάχησαν με τους διαδηλωτές. Steelers & Bengals, χρόνιοι divisional εχθροί των Browns που πάντοτε τους γιούχαραν ως φιλοξενούμενους, ανέβαζαν πανό και φώναζαν συνθήματα στους αγώνες εκείνη τη σεζόν, δηλώνοντας τη στήριξή τους. Οι απειλές στο πρόσωπο του Modell κυμαίνονταν από φωνές μέχρι και βομβιστικές επιθέσεις, κι ήταν τέτοιο το μένος της πόλης, που οδήγησε μεγάλες εταιρείες, όπως τα McDonalds, να αποσύρουν τις διαφημίσεις τους από το στάδιο. Στους δρόμους του Κλίβελαντ, φωτεινοί σηματοδότες έγραφαν «Σταματήστε τον Modell». Οι ειδήσεις μονίμως συζητούσαν για το μέλλον της ομάδας, ενώ το θέμα έφτασε έως και το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Μodell είχε γίνει πλέον ανεπιθύμητο πρόσωπο στο Κλίβελαντ, κι η ομάδα υπέφερε από αυτό, αφού μάλιστα, πριν από έναν αγώνα με τους San Diego Chargers, αναγκάστηκαν να φύγουν μία εβδομάδα νωρίτερα, καθώς ήταν αδύνατο να προπονηθούν στο κατάμεστο από διαδηλωτές Dawg Pound.
H Kόλαση του Δεκέμβρη
Από τη στιγμή που ο Modell ανακοίνωσε τις προθέσεις του, οι Browns δεν είχαν καταφέρει να σταυρώσουν ούτε μία νίκη. Εκτός του αγωνιστικού χώρου, ο δήμαρχος Michael R. White συγκέντρωνε τους φιλάθλους, προσπαθώντας να ηγηθεί μίας οργανωμένης κίνησης που ήλπιζε να βοηθήσει σε κάτι, ενώ παράλληλα μαζεύονταν υπογραφές για μία δήλωση που θα έστελναν στη λίγκα, απαιτώντας τη διατήρηση της ιστορίας της ομάδας, των χρωμάτων και των κατορθωμάτων της.
Ωστόσο, όσο πλησίαζε το τέλος της σεζόν, η πραγματικότητα της μετακίνησης είχε αρχίσει να σκεπάζει την πολιτεία, χωρίς αυτό να σήμαινε ότι θα σταματούσαν οι προσπάθειες. Οι Browns, ανακηρυγμένοι φιναλίστ από αναλυτές στην αρχή της χρονιάς, είχαν χάσει έξι σερί ματς, στέκονταν στο 4 – 10, και πλέον εκτός κάθε φάσματος πρωταθλητισμού. Στις 17 Δεκεμβρίου του 1995, έπαιζαν εντός έδρας εναντίον των Cincinnati Bengals το οποίο, για την πλειοψηφία, ήταν το τελευταίο ματς που θα έπαιρνε μέρος στο Κλίβελαντ μετά από μισό αιώνα ύπαρξης. Όλα τα προγράμματα του αγώνα είχαν εξαντληθεί, ενώ τα εισιτήρια διαπιστεύονταν με σφραγίδα, κι όχι το σύνηθες σκίσιμο. Από κάθε άποψη, εκείνη τη μέρα το Κλίβελαντ είχε συγκεντρωθεί για κηδεία παρά για ένα αθλητικό γεγονός.
Το τελευταίο ταξίδι των Browns ήταν ένα συναισθηματικό συνονθύλευμα, μία ανάμειξη αγάπης, απόγνωσης, οργής και νοσταλγίας. Σχεδόν 56.000 άτομα γέμισαν το πλέον άδειο από διαφημίσεις Dawg Pound, φωνάζοντας όσο δυνατά μπορούσαν για την ομάδα τους, ενώ παράλληλα δεν αμελούσαν να ξεσπάσουν με το μεγαλύτερο δυνατό τρόπο. Ο Modell είχε φύγει εδώ και λίγο καιρό από το Κλίβελαντ, και στην σουίτα που ήταν συνήθως παρόν, τώρα είχε υψωθεί ένα πανό που έγραφε «Κρατημένο για έναν Ιδιοκτήτη που Κερδίζει». Το γήπεδο δεν ανήκε στην ομάδα ή τον ιδιοκτήτη της, αλλά στα χέρια των οπαδών, καθώς οι ίδιοι είχαν αποφασίσει ότι δε θα έδιναν σε κανέναν τις αναμνήσεις που είχαν κερδίσει εκεί, αλλά θα τις έπαιρναν μαζί τους. Οι ήχοι που έβγαιναν από τις κερκίδες δεν ήταν οι γνώριμες κραυγές, αλλά ο θόρυβος σπασμένου ξύλου και πριονισμένου μετάλλου. Έκοβαν τα bleachers, τραβούσαν τις καρέκλες, ξηλώνοντας ό,τι θεωρούσαν δικό τους κομμάτι. Κάποια πάρθηκαν στις κατοικίες τους, ενώ άλλα τα πετούσαν στο γήπεδο, μαζί με διάφορα αντικείμενα που κυμαίνονταν από ξύλινες πλάκες έως και δυναμιτάκια. Η συσσώρευση ήταν τόση, που οι διαιτητές δεν τολμούσαν να πλησιάσουν την end zone στην πλευρά του Dawg Pound, και στην τέταρτη περίοδο, περιόρισαν τον αγώνα στο μισό μέρος του γηπέδου, για να αποφύγουν τυχόν τραυματισμούς.
Η ομάδα πονούσε μαζί τους. Ίσως κι αυτός να ήταν ο λόγος που κατάφεραν να πάρουν την πρώτη τους νίκη μετά από σχεδόν ενάμιση μήνα, νικώντας τους Bengals με 26 – 10. Ακόμα και μετά το τελευταίο σφύριγμα, οι οπαδοί δεν είχαν κουνηθεί από τις θέσεις τους, κι όταν οι παίκτες έτρεχαν πάνω τους, με δάκρυα στα μάτια, οι αγκαλιές απλώνονταν σε όλο το μήκος των πιο πιστών οπαδών. Οι ιαχές οργής κι αγανάκτησης έδωσαν τη θέση τους στο πένθος, καθώς οι Browns και το στάδιο εξέπνεαν την τελευταία τους ανάσα, στο ύστατο αντίο μίας ομάδας που αγαπήθηκε όσο τίποτα από τους φιλάθλους της τα τελευταία 50 χρόνια.
“Είναι λες κι έσβησε μία φλόγα… και το μόνο που απέμεινε είναι οι στάχτες.“
-Lou Groza, πρώην tackle των Browns-
Εσύ μένεις, εγώ φεύγω
Η μετακόμιση των Browns άναψε τις φλόγες πολλών ιδιοκτητών που ήθελαν να πιέσουν για καλύτερες υποδομές στα γήπεδά τους, κι αυτό δεν περιορίστηκε μόνο στη λίγκα του αμερικάνικου ποδοσφαίρου. Στο χόκεϊ, oι Hartford Whalers μετακόμισαν στη Βόρεια Καρολάινα, για να γίνουν οι Carolina Hurricanes, όταν απέτυχαν να ικανοποιήσουν την απαίτηση του ιδιοκτήτη σχετικά με την προσέλευση τη σεζόν του ’96-’97. Από την άλλη, η Ατλάντα, κι η ίδια λόγω χαμηλής προσέλευσης, έχασε όχι μία, αλλά δύο ομάδες του χόκεϊ, οι οποίες μετακόμισαν στον Καναδά (Atlanta Thrashers & Flames → Winnipeg Jets & Calgary Flames), παρόλο που οι Flames είχαν μεγάλη επιτυχία στο παρελθόν. Σίγουρα οι μπασκετόφιλοι γνωρίζετε για την πολυσυζητημένη μετακόμιση των Seattle Supersonics στην Οκλαχόμα, έπειτα από την άρνηση της πολιτείας να χτίσει ένα πανάκριβο νέο στάδιο για να στεγάσει την ομάδα. Όπως και στους Browns, η ιστορία και τα κατορθώματα παρέμειναν και στις αρχικές πόλεις.
Στο NFL, η κίνηση ήταν ακόμα πιο έντονη, ειδικά αφού έγινε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, με τη μετακίνηση στη Βαλτιμόρη να παίρνει μέρος στο απόγειο των αναχωρήσεων. Μία ντουζίνα από ομάδες πίεσαν τις πόλεις τους, υπό την απειλή της αποχώρησης, για να χτίσουν νέα γήπεδα με δημόσιες δαπάνες, μερικές εκ των οποίων ήταν οι Buccaneers, Broncos, Cardinals, Seahawks και Colts. Στην σύντομη περίοδο μεταξύ του 1995 και του 1997, τέσσερις ομάδες μετακόμισαν, κι άλλες δύο δημιουργήθηκαν. Σαν την Ατλάντα στο χόκεϊ, το Λος Άντζελες έχασε και τις δύο ομάδες του, με τους Raiders να επιστρέφουν στο Oakland και τους Rams να οδεύουν για το St. Louis, όπου μέχρι και 21 χρόνια μετά δε θα στέγαζε άλλη ομάδα. Η τελευταία ομάδα ήταν οι Houston Oilers, πρωταγωνιστές στα playoffs στις αρχές της δεκαετίας, που έφυγαν για το Τεννεσσί το 1997, και βαφτίστηκαν ως οι Tennessee Titans το 1999.
Και στο Κλίβελαντ τι έγινε; Η πολιτεία δεν σταμάτησε ποτέ να προσπαθεί να αποκτήσει τη χαμένη της ομάδα, ακόμα κι όταν άλλες ομάδες απειλούσαν να μετακομίσουν και να επονομαστούν οι ίδιες ως Cleveland Browns. Το 1999, υπό το πρίσμα των expansion ομάδων, το Κλίβελαντ κατάφερε να πάρει πίσω την ιστορία της ομάδας από τη Βαλτιμόρη, και να ξαναρχίσει από το απόλυτο μηδέν· χωρίς τους παλιούς παίκτες και με εντελώς νέο γήπεδο, που χρηματοδοτήθηκε από την ίδια τη λίγκα. Αυτό είχε διπλό αποτέλεσμα: η λίγκα είχε για ένα μικρό χρονικό διάστημα (έως τη γέννηση των Houston Texans το 2002) μονό αριθμό ομάδων, που έκανε τουλάχιστον μία ομάδα να μην παίζει σε μία από τις 17 αγωνιστικές, αλλά και εξαφάνισε την οποιαδήποτε πιθανότητα να υπάρξει άλλο franchise που θα είχε την επωνυμία των Browns.
Still waiting for a trophy
Οι Browns, λοιπόν, έγιναν οι Baltimore Ravens στις 29 Μαρτίου του 1996, με το έμψυχο υλικό της ομάδας να πηγαίνει, ως επί το πλείστον, στις εγκαταστάσεις της πόλης του Μέριλαντ. Ο Ozzie Newsome ανέλαβε ως general manager των Κορακιών, μία θέση που θα κρατούσε για πάνω από δύο δεκαετίες, και στο πρώτο του draft θα επέλεγε δύο παίκτες που είχαν συζητήσει μαζί με τον Belichick, και που ήθελαν ως μέλη των Browns, πριν όλα έρθουν ανάποδα. Ο offensive lineman Jonathan Ogden ήταν το παρθενικό draft pick για τους Ravens, ενώ με την επόμενη επιλογή θα επέλεγαν τον middle linebacker Ray Lewis. Έμμεσα, ο Bill Belichick ήταν υπαίτιος για την επιλογή δύο παικτών που θα γινόταν μελλοντικοί hall of famers, αλλά και πρόσωπα του franchise για πολλά χρόνια. Όσο για το προσωπικό, κάποιο από αυτούς πήγε στη Βαλτιμόρη, άλλοι πήραν τον δικό τους δρόμο, κι άλλοι κατέληξαν ξανά υπό την εποπτεία του Belichick, κι ήταν συμμέτοχοι στη δυναστεία των Patriots.
Η επανεκκίνηση του franchise θα μπορούσε να έχει φέρει στους Browns αναμνήσεις που θα ξέγραφαν τα άσχημα γεγονότα του 1995. Αλλά, όπως ξέρουμε, στα σπορ η ιστορία μπορεί να αποδειχτεί ιδιαίτερα σκληρή. Από την επιστροφή τους το 1999 έως και σήμερα είχαν μόλις 2 σεζόν με ρεκόρ άνω του .500: Ένα 9 – 7 το 2002, που τους έδωσε μία θέση στα Wild Card εκείνου του έτους, και ένα 10 – 6 το 2007, που δεν ήταν αρκετό για να τους σπρώξει σε ματς του Γενάρη. Ο λόγος; Η χείριστη διαχείριση των πόρων από μια σειρά αποτυχημένων general managers και προπονητών. Για να καταλάβετε το μέγεθος της αστάθειας του franchise, οι Browns, από το 1999 έως το 2018, είχαν συνολικά 30 βασικούς quarterbacks, περισσότερους από οποιαδήποτε άλλη ομάδα στη λίγκα σε αυτό το διάστημα. Ο τελευταίος βασικός quarterback τους που έπαιξε και στα 16 παιχνίδια της σεζόν ήταν ο Tim Couch το 2001 με 2002! Ο Baker Mayfield είναι ο πρώτος έκτοτε που μπορεί να σπάσει αυτό το σερί.
Εν αντιθέσει, το franchise των Ravens, προς μεγάλη δυσφορία κι απογοήτευση για το Κλίβελαντ, έχει γνωρίσει πολλές επιτυχίες. Στα 23 χρόνια ύπαρξης, μετράει 2 Super Bowls, 12 νικηφόρες σεζόν, 7 στέμματα ως κατακτητές της division (AFC North ή Central), πολλαπλούς all pros κι ήδη 3 Hall of Famers. Για τους New England Patriots υπό τον Bill Belichick δε χρειάζεται να πούμε πολλά. Μετράνε 6 Super Bowls σε λιγότερο από μία εικοσαετία, εδραιωμένοι πλέον ως το πιο επιτυχημένο franchise της νέας χιλιετίας.
Ειδικότερα, το Super Bowl του 2000 σίγουρα θα έχει μείνει ως μία ιδιαίτερα πικρή ανάμνηση στους φιλάθλους των Browns, καθώς έγινε τόσο σύντομα, και θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το δικό τους τρόπαιο. Ειρωνικά, οι ομοιότητες μεταξύ της Βαλτιμόρης και του Κλίβελαντ είναι περισσότερες από μία μετακόμιση, καθώς κι η ίδια η Βαλτιμόρη είχε ζήσει τον πόνο της εγκατάλειψης έντεκα χρόνια πριν το 1995. Αλλά, αυτή είναι μία ιστορία για άλλη φορά.
Στις πλάτες του Baker Mayfield, και κάτω από ένα ικανό επιτελείο, οι Browns φαίνεται να ξαναβρήκαν έναν αέρα που χρόνια τώρα φάνταζε μακρινό όνειρο. Η φετινή σεζόν ξεκίνησε με τις μεγαλύτερες προσδοκίες που έχει να δει η ομάδα από τις εποχές του Bernie Kosar, αλλά όπως ξέρετε, το να ξεφύγεις από μία ατμόσφαιρα ηττημένου που έχει εδραιωθεί στις φλέβες σου είναι πιο δύσκολο από ότι ακούγεται. Οι φίλαθλοι, όμως, δεν έπαψαν ποτέ να ελπίζουν. Το Dawg Pound ήταν από τα πιο κατάμεστα γήπεδα όλα αυτά τα χρόνια, από κόσμο που δεν ξέχασε ποτέ την ομάδα και της στάθηκε στους πιο δύσκολους καιρούς. Έπρεπε να περιμένουν λίγο καιρό για τις επιτυχίες, αλλά οι νίκες σιγά σιγά ήρθαν.