
[Προηγούμενο άρθρο: Mέρος 1ο]
Η σεζόν του 1998 τελειώνει, και τα σκήπτρα της δύναμης βρίσκονται, για δεύτερη συνεχή χρονιά, στα χέρια των AFC Denver Broncos. Οι αναλυτές ήδη ποντάρουν στην ανάδειξη των quarterbacks με την περισσότερη εμπειρία, γέρνουν τη ζυγαριά της ισχύος προς την AFC, και ορίζουν πως αυτή θα είναι η χρονιά των running backs. Ο John Elway δηλώνει την παραίτησή του σε μια δακρύβρεχτη συνέντευξη τύπου, και μαζί του, δύο άλλοι σταρ που ακούνε στα ονόματα των Reggie White και Barry Sanders, κρεμούν τα παπούτσια τους οριστικά. Πέρα από τρεις λαμπρές καριέρες, οι προηγούμενοι άφησαν πίσω τους και ένα σημαντικό μήνυμα για τη γενιά του 1999: για να πας μπροστά, χρειάζεσαι επίθεση. Όχι με οποιαδήποτε άτομα, αλλά με εκείνα που ίσως βρίσκεις μια φορά στο τόσο, χωρίς να έχει σημασία από πού προέρχονται.
Με αυτή την άποψη, αλλά και την αποτυχημένη τους σεζόν, τα μυαλά των Rams συναντιούνται, και η απόφαση είναι ομόφωνη: η ομάδα χρειάζεται άμεση αναβάθμιση στην επίθεση, σε κάθε τομέα της. Μία έκβαση που ήταν λογική, καθώς η επίθεση των Rams ήταν 23η στις πάσες, και 26η στους πόντους εκ των, τότε, 30 ομάδων. Η αλλαγή ξεκίνησε νωρίς στην off season, με την πρόσληψη του νέου offensive coordinator, Mike Martz. Ο Martz, ερχόμενος από την Washington, ήταν οπαδός του passing game, και συγκεκριμένα της σχολής του Don Coryell: μακρινές, βαθιές μπαλιές που θα κέρδιζαν γιάρδες και καλύτερη θέση, υποστηριζόμενες από το running game. Πλησίον του βρισκόταν ο 29χρονος quarterback Trent Green, ο οποίος ήδη είχε περάσει το πρώτο του έτος κάτω από τον Martz στην Washington (3441 γιάρδες, 23 TD, 11 INT το 1998), κι έδειχνε να έχει πλήρη κατανόηση του επιθετικού πλάνου του προπονητή του. Οι Rams ήρθαν σε συμφωνία με το νεαρό και του έδωσαν τετραετές συμβόλαιο των $17.5 εκατομμυρίων (γύρω στα 25.5 εκατομμύρια σε σημερινά χρήματα).

Λίγο αργότερα, τον Απρίλη, η διοίκηση εκμεταλλεύτηκε την ασυμφωνία που υπήρχε μεταξύ των Indianapolis Colts και του τρις Pro Bowler running back, Marshall Faulk, όσον αφορούσε το συμβόλαιό του, κι οι Rams στο τέλος απέκτησαν τον 26χρονο running back, ανταλλάζοντας δύο draft picks, ένα του 2ου γύρου, κι ένα του πέμπτου. Έπειτα, στο draft του 1999, η ομάδα θα ενίσχυε το σύνολο των receivers, επιλέγοντας τον Torry Holt, prospect στη θέση του wide receiver, ο οποίος θα συμπλήρωνε το τρίο μαζί με το βετεράνο Isaac Bruce και τον ταχύτατο Az – Zahir Hakim, που είχε επιλεχθεί στο περσινό draft. Η άμυνα επίσης δε στερήθηκε από σημαντικές προσθήκες, καθώς με το επόμενο pick η διοίκηση πρόσθεσε τον δις All American cornerback, Dré Bly.
Η αποτελεσματικότητα που έφεραν οι κινήσεις αυτές έγινε εμφανής στις προπονήσεις πριν την pre – season. Ο Vermeil ήταν σε πλήρη αρμονία με τα σχέδια του νέου offensive coordinator, δίνοντάς του την πλειοψηφία των αποφάσεων που θα λάμβανε για την επίθεση, έστω κι αν κάποιες φορές ξαφνιαζόταν από τα ρίσκα που έπαιρνε. Αυτό έδωσε την ευκαιρία στον γηραιό προπονητή να αποποιηθεί από τις πολλές ευθύνες, επιτρέποντάς του να είναι ψυχικά πιο ήσυχος και προετοιμασμένος, σημάδια τα οποία δεν πέρασαν ανυποψίαστα από τους παίκτες του. Πράγματι, η προσθήκη των νέων παικτών, η μοντέρνα προσέγγιση όσον αφορούσε τις προπονήσεις, κι η ικανότητα του Vermeil να διαχειριστεί την ομάδα με το τρόπο που χρειάζοταν το κάθε άτομο ξεχωριστά, έκανε τις προπονήσεις όχι μόνο συντομότερες, αλλά πολύ πιο ανώδυνες. Μετά από δύο ταραχώδη έτη, η ομάδα έμπαινε στην pre – season ενωμένη κι εξυγχρονισμένη.
Όπου ακούς πολλά κεράσια… (Pre – Season 1999)
To πρόγραμμα των Rams περιελάμβανε 4 αγώνες: ενάντια στους Oakland Raiders, τους Chicago Bears, τους San Diego Chargers και τους Detroit Lions. Παρόλο που έχασαν στους δύο πρώτους αγώνες, δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας, καθώς η ομάδα έχτιζε μια δυνατή χημεία, με χτυπητές διαφορές στο ταλέντο σε σχέση με πέρσι και πρόπερσι. Η ελπίδα στο St. Louis ήταν υψηλή, οι φίλαθλοι γεμάτοι ανυπομονησία να δουν αν όντως έπνεαν νέοι ανέμοι στην αγαπημένη τους ομάδα, κάτω από την εμπειρία που έφερνε ο νέος τους quarterback.
Ωστόσο, δε χρειάστηκε παρά ένα μόνο χτύπημα για να καταρρεύσουν τα πάντα. Στον τρίτο αγώνα, ενάντια στους San Diego Chargers, oι Rams προηγούταν με 14 – 7 προς το το τέλος του δεύτερου quarter. Ο Green πάσαρε για το first down, πριν βρεθεί στο έδαφος, κάτω από έντονο πόνο. Ο Faulk μάρκαρε την αριστερή του πλευρά κι ήταν υπεύθυνος για την αναχαίτηση του safety Rodney Harrison. O Faulk, όμως, απείχε τις δύο πρώτες εβδομάδες από το training camp, κι η απειρία του επέτρεψε στο Harrison να τον προσπεράσει και να χτυπήσει τον Green στα πόδια. Το σκληρό χτύπημα τραυμάτισε σοβαρά τον Green, σκίζοντάς του τον οπίσθιο προσαγωγό στο γόνατο, γεγονός που τον κατέστησε ανίκανο να παίξει για όλο το χρόνο. Η απογοήτευση έγινε αίσθητη άμεσα στην ομάδα και τους οπαδούς του St. Louis, εικονιζόμενη από την αντίδραση του Isaac Bruce, ο οποίος πέταξε με θυμό το κράνος του στο γήπεδο, καθώς έβλεπε τον Green να σφαδάζει στο έδαφος.

Με μηδαμινές επιλογές πλέον, οι Rams αντικατέστησαν τον Green με τον Kurt Warner, ο οποίος κατάφερε να κερδίσει και τους δύο εναπομείναντες αγώνες στους οποίους έπαιξε βασικός. Ο Vermeil έδειξε μια πρωτόγνωρη εμπιστοσύνη στο νέο του quarterback, καθώς στην συνέντευξη μετά τον αγώνα με τους Chargers, γεμάτος δάκρυα, δήλωσε:
“Σαφώς και πονάει. Είναι ιδιαίτερα οδυνηρό, συναισθηματικά, να χάνεις τον βασικό σου quarterback. Το πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι είναι ‘Θεέ μου, τελείωσε η σεζόν.’ Ωστόσο, θα συνεχίσουμε. Θα ανασυνταχθούμε γύρω από τον Kurt Warner, και θα παίξουμε καλό football.”
Η άποψή του, ωστόσο, δεν συμμερίζοταν από τους υπόλοιπους. Στην εφημερίδα της πόλης, μέλος των Rams δήλωσε “είμαστε καταραμένοι. Είμαστε [γ..!] καταραμένοι!” Το περιοδικό ESPN έγραφε πως περίμενε το St. Louis να τελειώσει με το χειρότερο ρεκόρ στο NFL, ακόμα πιο κάτω κι από τους νεοσύστατους Browns. Ο ίδιος ο Martz δεν είχε ακόμα σε υψηλή εκτίμηση το μετριόφρων Warner, φωνάζοντάς του για το παραμικρό στις προπονήσεις, έστω κι αν τα λάθη δεν ήταν από δικό του σφάλμα. Η ομάδα φαινόταν καταδικασμένη πριν καν ξεκινήσει η σεζόν, ειδικά με έναν quarterback που δεν είχε δει το φως ενός NFL παιχνιδιού, κι έναν προπονητή του οποίου η θέση κινδύνευε έπειτα από την εικόνα που είχε να προσφέρει τα τελευταία δύο χρόνια.
Κανείς δεν μπορούσε, κι ούτε κατάφερε, να προβλέψει τι θα γινόταν εκείνη τη season.The Greatest Show on Turf (Regular Season 1999)
Το πρώτο τεστ για την ομάδα του St. Louis και το νέο τους quarterback ήρθε στις 12 Σεπτεμβρίου του 1999, ενάντια στους Baltimore Ravens, οι οποίοι μέσα σε τρία έτη είχαν καθιερωθεί ως μια ομάδα με δυναμική άμυνα. Αυτό δεν επηρέασε τον Warner, καθώς η βραδιά έκλεισε με τον ίδιο να σκοράρει τρεις φορές, και την άμυνα να συμπληρώνει με 5 sacks και 2 ΙΝΤ.
Σαφώς, ένας αγώνας δε φανερώνει πολλά. Μπορεί να ήταν απλή τύχη που ο Warner σημείωσε τα τρία αυτά touchdown, και το τελικό σκορ του 27 – 10 δεν έδειχνε κάποια παντοδυναμία ή κάτι το ξεχωριστό. Έπειτα από την bye week, οι Rams υποδέχτηκαν τους division rival Atlanta Falcons, οι οποίοι πέρσι είχαν κατακτήσει τη division κι είχαν καταφέρει να εκθρονίσουν τους πανίσχυρους Vikings σε ένα από τα μεγαλύτερα upsets στην ιστορία των playoffs. Τέτοια “θαύματα” δεν επαναλήφθηκαν ωστόσο. Ο Warner σκόραρε άλλα τρία touchdowns, και έτρεξε για άλλο ένα, όσο οι Rams συνέθλιβαν τους περσινούς NFC champions με σκορ 35 – 7. Ακολούθησε ο αγώνας με τους Bengals, oι οποίοι άνοιξαν το σκορ με field goal και δε θα σκόραραν ξανά μέχρι την αρχή του τελευταίου quarter. Στην διάρκεια αυτή ο Warner θα έριχνε άλλα τρία touchdowns, όλα στον Az – Zahir Hakim. O πίνακας έγραφε 38 – 10 κι ο Warner γινόταν ο πρώτος quarterback της ιστορίας με 3 touchdown σε κάθε έναν από τους τρεις πρώτους του αγώνες. Μάλιστα, ο Warner σημείωσε και perfect passer rating (158,3), μόλις στον τρίτο του αγώνα!
Παρόλους τους αριθμούς, τα φαντασμαγορικά touchdown, και την επιτυχημένη τους πορεία μέχρι τότε, η μεγαλύτερη δοκιμασία, κι ο γνώμονας για το αν πραγματικά μπορούσαν να θεωρηθούν διεκδικητές, θα ήταν εκείνη της 10ης Οκτωβρίου, ενάντια στους division rival San Francisco 49ers. Oι Rams, μαζί με εκείνη την καταδικαστική ήττα ενάντια στο San Francisco το 1995, είχαν χάσει σε 17 σερί αγώνες με τους 49ers, oι οποίοι τώρα βρίσκονταν στην κορυφή της NFC West μαζί με το St. Louis.
Το σενάριο, αυτή τη φορά, θα γραφόταν διαφορετικά. Ο Warner ερχόταν από τέσσερα παιχνίδια με 14 touchdowns, 2 περισσότερα από όσα είχαν σκοράρει οι Rams όλη τη χρονιά πέρσι, και δεν σκόπευε να σταματήσει τώρα. Έριξε 3 touchdowns για 177 γιάρδες… μόλις στο πρώτο quarter. Oι τελικοί του αριθμοί έμοιαζαν σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας: 323 γιάρδες, 5 touchdowns (4 στον Isaac Bruce), μία μόλις interception για το αστρονομικό rating του 140,2· όλα αυτά από έναν quarterback που μόλις πρόπερσι εργαζόταν σε σουπερμάρκετ, δε δέχτηκε καμία προσφορά από επαγγελματική ομάδα, και τώρα δούλευε κάτω από τον κατώτερο μισθό δευτεροετούς αθλητή των $250.000. Το τελικό σκορ του 42 – 20 (21 – 3 στο πρώτο ημίχρονο) ανάγκασε το NFL και τις υπόλοιπες ομάδες να πάρουν τους νέους Rams στα σοβαρά, με τον Warner να μπαίνει στη συζήτηση για MVP της χρονιάς, καθώς η ομάδα του έβρισκε ένα πρωτόγνωρο θάρρος και την πεποίθηση ότι, επιτέλους, ανήκαν στις ανώτερες βαθμίδες. Σιγά σιγά, ο Warner αποκτούσε την εμπιστοσύνη της ομάδας του κι εκείνοι το ανταπέδωσαν, αναγνωρίζοντάς τον ως αρχηγό, για τον οποίο θα έδιναν τον καλύτερό τους εαυτό.

H συνέχεια θα ήταν το ίδιο θριαμβευτική. Ακολούθησαν δύο αγώνες ενάντια στους Falcons και Browns, στις οποίες αναδείχθηκαν κι η άμυνα αλλά και οι special teams, κυρίως με τον PR Tony Horne, ο οποίος σκόραρε touchdown 91 γιάρδων ενάντια στην Ατλάντα. Οι Rams βρίσκονταν στην κορυφή της κατάταξης με το πέρας της 7ης εβδομάδας ως η μόνη αήττητη ομάδα στην NFL. Ο επόμενος αγώνας τους θα ήταν ενάντια σε έναν παρόμοιο σύλλογο, όσον αφορούσε τις συνθήκες που τους τριγυρνούσαν. Οι Tennessee Titans ήταν επίσης ένα franchise που πρόσφατα είχε βρει καινούργιο σπίτι, μετακομίζοντας από την μεγαλούπολη του Houston στο μικρότερο Nashville, κι έκανε το δικό της όνομα μετά από μέτριες σεζόν. Αντιμετωπίζοντας τον μελλοντικό τους – άγνωστο και για τους δύο τότε – αντίπαλο στο Super Bowl, οι Rams γεύτηκαν την πρώτη τους ήττα, χάνοντας 24 – 21. Η δεύτερη ήττα θα ερχόταν μόλις μια εβδομάδα μετά, ενάντια στους Lions, που είχαν το ίδιο ρεκόρ του 6 – 1. Η σωστή διαχείριση της ώρας από τον προπονητή του Detroit κι η ασφυκτική αμυντική πίεση χάρισε στους Lions τη νίκη, και στους Rams τη μερική δυσπιστία των media, καθώς οι σερί ήττες έδειχναν φαινομενικά ψήγματα στην μέχρι τούδε εκπληκτική πορεία της ομάδας.
Οι επόμενοι πέντε αγώνες ήταν όλοι εναντίον σε division rivals, και θα έκριναν σημαντικά τις πιθανότητες των Rams για τα playoffs. Με το πέρας των εβδομάδων αυτών, οι 2 προηγούμενες ήττες έμοιαζαν μακρινές: το St. Louis νίκησε και τα πέντε ματς, με σκορ 165 – 54, με τον Warner να σημειώνει quarterback rating άνω του 105 (!) σε τέσσερεις εκ των πέντε αγώνες, ενώ η επίθεση σκόραρε 15 touchdowns κι η άμυνα 21 sacks, 12 interceptions και 4 touchdowns. Να σημειώσουμε ότι με την δεύτερη νίκη επί των 49ers, οι Rams έγραφαν το πρώτο τους sweep ενάντια στο San Francisco μετά από 19 ολόκληρα χρόνια. Τέλος, με την νίκη ενάντια στους Carolina Panthers και με σκορ 10 – 2, οι Rams ήταν και μαθηματικά NFC West Champions, και ταυτόχρονα λάμβαναν το πλεονέκτημα έδρας στα playoffs, αφού κατείχαν το καλύτερο σκορ στην NFC.

H ομάδα του St. Louis τελείωσε τη regular season με 13 νίκες και τρεις ήττες. Ο Kurt Warner εκλέχθηκε NFL MVP, σε Pro Bowl κι All Pro, έπειτα από μια χρονιά – όνειρο, που τον είδε να γράφει στα κοντέρ 4.353 γιάρδες, 411 touchdowns (ο μόνος μέχρι τότε στην κλειστή λέσχη των 40 touchdown σε μια σεζόν, μετά από τον Dan Marino), ποσοστό ολοκληρωμένων πασών 65,1% και συνολικό quarterback rating 109,2. Ο συμπαίκτης του Marshall Faulk θα κέρδιζε, μαζί με άλλα τέσσερα βραβεία, και το πολυπόθητο τρόπαιο του Offensive Player of the Year (πρώτος στα yards ανά προσπάθεια με 5,5, στα συνολικά yards from scrimmage με 2.429, ο δεύτερος μόλις running back με 1.000 γιάρδες σε receiving και rushing στο ίδιο έτος, και προτάθηκε επίσης για Pro Bowl κι All Pro). Το σκορ του 13 – 3 ήταν το καλύτερο της χρονιάς, και η μεγαλύτερη αναλογία που είχε ποτέ το franchise των Rams. Μια απίστευτη, εν ολίγοις, τροπή για μια ομάδα που μόλις πριν από πέντε μήνες είχε ανακυρηχθεί ως η χειρότερη της δεκαετίας.